Δευτέρα 13 Ιουνίου 2016

Golden lancehead

Ο ΧΡΥΣΟΣ ΒΟΘΡΑΚΑΣ

Golden lancehead 





Αν υπήρχε τρόπος να επισκεφτείτε το νησί Ilha de Queimada Grande, που βρίσκεται 20 μίλια από τις ακτές του Σάο Πάολο, στη Βραζιλία, τότε θα γνωρίζατε από κοντά το ποιό σπάνιο αλλά και ίσως το ποιό επικίνδυνο φίδι του πλανήτη αν και πιστεύω πως δεν θα θέλατε ποτέ να κάνετε κάτι τέτοιο.
Πολλοί χαρακτηρίζουν το νησί αυτό σαν το σπίτι της οχιάς golden lancehead ή ως χρυσό βόθρακα όπως των αποκαλούν οι κάτοικοι των γύρω περιοχών και κατοικείται από τα τέσσερις χιλιάδες πιο θανατηφόρα φίδια του κόσμου. Μπορούν να πιάσουν πουλιά στον αέρα και να τα σκοτώσουν με το δηλητήριο τους, που είναι ικανό να λιώσει ακόμη και την ανθρώπινη σάρκα.






Το νησί θεωρείται τόσο επικίνδυνο, που έχει απαγορευτεί κάθε επίσκεψη από την κυβέρνηση της Βραζιλίας. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι δεν υπήρχαν άνθρωποι στο παρελθόν, που τόλμησαν και αποφάσισαν να το επισκεφθούν.
Πρόκειται για ένα νησί 430 χιλιάδων τετραγωνικών μέτρων, που αποτελεί το μοναδικό σημείο της Γης όπου κατοικεί η Bothrops insularis, γνωστή ως χρυσή οχιά. Ίσως, αυτό είναι και καλό, αφού θεωρείται η πιο δηλητηριώδης οχιά του κόσμου.






Στο νησί δεν πηγαίνουν συχνά επισκέπτες. Εξαίρεση αποτελούν ορισμένοι ερευνητές, στους οποίους δίνεται ειδική άδεια μία φορά τον χρόνο, για να μελετήσουν τα φίδια. Επίσης, κάποιες φορές πλησιάζει το βραζιλιάνικο ναυτικό, που φτάνει μέχρι τον αυτόνομο φάρο, ο οποίος χτίστηκε το 1909, πριν δηλαδή απαγορευτούν οριστικά οι επισκέψεις.
Δεν είναι σπάνια τα περιστατικά, βέβαια, με λαθροκυνηγούς, που προσπαθούν να πιάσουν μια χρυσή οχιά. Αρκεί μια για να κερδίσουν περίπου τριάντα χιλιάδες δολάρια, αν την πουλήσουν στην μαύρη αγορά.






Αυτό που αποτελεί, όμως, ακόμα μυστήριο είναι ο λόγος για τον οποίο οι οχιές έγιναν τόσο θανατηφόρες. Άλλωστε, δεν διαφέρουν και σημαντικά από τα “αδέλφια” και “ξαδέλφια” τους, που βρίσκονται στην ηπειρωτική χώρα.
Η επικρατέστερη θεωρία λέει ότι πριν από έντεκα χιλιάδες χρόνια η στάθμη της θάλασσας ανέβηκε, με αποτέλεσμα να χωρίσει το νησί από τη Βραζιλία. Έτσι τα φίδια απομονώθηκαν στο Ilha de Queimada Grande, με λίγες πηγές τροφής και βασικότερη από αυτές τα αποδημητικά πουλιά.






Το πρόβλημα, που πιθανόν είχαν, ήταν ότι το δηλητήριο δεν ήταν τόσο ισχυρό, γι' αυτό ακόμα και μετά το δάγκωμα, τα πουλιά είχαν χρόνο να πετάξουν για λίγες μέρες. Για να εξασφαλίσουν, λοιπόν, την τροφή τους, τα φίδια εξελίχθηκαν, αναπτύσσοντας ένα ισχυρότερο δηλητήριο που σκότωνε το θήραμά τους σχεδόν αμέσως.
Τελικά, κατέληξε το δηλητήριο τους να είναι πέντε φορές πιο δυνατό από των υπόλοιπων φιδιών και να μπορεί να λιώσει ακόμη και την ανθρώπινη σάρκα. 
Πριν το νησί τεθεί εκτός ορίων, υπήρχαν διάφορες ιστορίες ανθρώπων που υπέκυψαν στα θανατηφόρα αρπακτικά. Μια από αυτές μιλά για έναν ψαρά που είδε τις μηχανές της βάρκας του να χαλάνε.
Το κύμα τον παρέσυρε στο νησί και εκείνος αποπειράθηκε να βγει από τη βάρκα, γνωρίζοντας τους κινδύνους που έκρυβε. Όταν βρέθηκε η βάρκα του, εκείνος ήταν κοντά της, νεκρός και όλο του το σώμα ήταν γεμάτο από δαγκωματιές.
Ακόμα και το όνομα του νησιού εξηγεί την ιστορία του. Περίπου μεταφράζεται ως το νησί της φωτιάς και αυτό επειδή προσπάθησαν να δημιουργήσουν εκεί μια φυτεία μπανάνας, αλλά χωρίς καμία απολύτως επιτυχία.

Η Παγκόσμια Ένωση Προστασίας της Φύσης έχει εντάξει τα φίδια αυτά στην Κόκκινη Λίστα, που σημαίνει ότι αποτελούν είδος υπό εξαφάνιση. Ακόμα, βέβαια, υπάρχουν χιλιάδες φίδια πάνω στο νησί, αλλά αν δεν είχε γίνει η κίνηση αυτή, τότε θα κινδύνευαν περισσότερο από τους λαθροκυνηγούς.