Angel Falls
Καταρράκτης Έιντζελ
Ο ψηλότερος καταρράκτης στον κόσμο.
Πρόκειται για τον ψηλότερο καταρράκτη του κόσμου που λέγεται Angel Falls ή και Salto Angel. Ο εντυπωσιακός καταρράκτης με ύψος 979 μέτρα και με ελεύθερη πτώση 807 μέτρων, βρίσκεται στην άκρη του υψιπέδου Αουγιάν-Τεπούι, στο Εθνικό Πάρκο Κανάιμα της Βενεζουέλας το οποίο και αποτελεί μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO.
Ο καταρράκτης Έιντζελ (ισπανικά: Salto Ángel, Σάλτο Άνχελ, γλώσσα Πεμόν: Κερεπακουπάι Βενά ή Παρακουπά Βενά) βρίσκεται στη Βενεζουέλα και είναι ο ψηλότερος καταρράκτης στο κόσμο με ύψος 979 μέτρα και με ελεύθερη πτώση 807 μέτρων. Ο καταρράκτης βρίσκεται στην άκρη του υψιπέδου Αουγιάν-Τεπούι, στο Εθνικό Πάρκο Κανάιμα, το οποίο αποτελεί μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO. Ο καταρράκτης πήρε το όνομά του από τον Τζίμι Έιντζελ, τον Αμερικανό αεροπόρο ο οποίος ήταν ο πρώτος που πέταξε πάνω από τους καταρράκτες.
Μερικοί ιστορικοί αναφέρουν ότι ο πρώτος Ευρωπαίος που επισκεύτηκε τον καταρράκτη ήταν ο Φερνάνδο ντε Μπέρριο, ένας Ισπανός εξερευνητής και κυβερνήτης του 16ου και 17ου αιώνα. Σύμφωνα με τις καταγραφές του Βενεζουελάνου εξερευνητή Ερνέστο Σάντσες λα Κρους, εντόπισε τους καταρράκτες το 1912, αλλά δεν δημοσιοποίησε την ανακάλυψή του. Είναι πιθανό ο Κρους να είδε τους καταρράκτες Μοντόγια στην Σιέρρα Πακαράιμα, που έχουν ύψος πάνω από 500 μέτρα. Οι καταρράκτες έγιναν γνωστοί και στον υπόλοιπο κόσμο όταν ο αμερικανός αεροπόρος Τζίμι Έιντζελ πέταξε από πάνω τους στις 16 Νοεμβρίου 1933, καθώς έψαχνε για φλέβες μεταλλευμάτων.
Επιστρέφοντας στις 9 Οκτωβρίου 1937, ο Έιντζελ προσπάθησε να προσγειώσει το Flamingo μονοπλάνο του με όνομα El Río Caroní στην κορυφή του Αουγιάν-τεπούι, αλλά το αεροπλάνο καταστράφηκε όταν οι τροχοί βυθίστηκαν στο ελώδες έδαφος. Ο Έιντζελ και οι τρεις σύντροφοί του, συμπεριλαμβανομένης της συζύγου του Μαρί, αναγκάστηκαν να κατεβούν από το τεπούι με τα πόδια. Τους πήρε 11 ημέρες για να επιστρέψουν πίσω στον πολιτισμό από την πίσω πλευρά, που έχει ήπια κλίση, αλλά τα νέα της περιπέτειάς τους εξαπλώθηκαν και οι καταρράκτες ονομάστηκαν Έιντζελ προς τιμήν του. Το όνομα του καταρράκτη - «Salto Ángel» - δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά σε ένα χάρτη της κυβέρνησης της Βενεζουέλας το Δεκέμβριο του 1939. Το αεροπλάνο του Έιντζελ παρέμεινε στην κορυφή του τεπούι για 33 χρόνια, μέχρι να απομακρυνθεί με ελικόπτερο. Αποκαταστάθηκε στο Μουσείο Αεροπορίας στο Μαρακάι και τώρα βρίσκεται στην είσοδο του αεροδρομίου της Σιουδάδ Μπολίβαρ.
Το πρώτο καταγεγραμμένο άτομο ευρωπαϊκής καταγωγής που έφτασε στη βάση του καταρράκτη ήταν ο Λετονός εξερευνητής Αλεξάντρς Λάιμε, επίσης γνωστός ως Αλεχάνδρο Λάιμε στη φυλή ιθαγενών Πεμόν. Έφτασε στους καταρράκτες μόνος το 1946. Ήταν ο πρώτος που θα φτάσει στην κορυφή τους στα τέλη του 1950, αναρριχόμενος από την πίσω πλευρά. Ο ίδιος επίσης, έφτασε το αεροπλάνο του Έιντζελ 18 χρόνια μετά την προσγείωση. Στις 18 Νοεμβρίου 1955 ανακοίνωσε στη Βενεζουελανή εφημερίδα El Nacional ότι το ρυάκι που τροφοδοτεί τους καταρράκτες, που δεν είχε κανένα γνωστό τοπικό όνομα, θα ονομαζόταν Γκάουγια, από τον ομώνυμο ποταμό της Λετονίας. Το 1955, το όνομα αυτό είχε καταχωρηθεί στο Εθνικό Χαρτογραφικό ίδρυμα της Βενεζουέλας (Dirección de Cartografía Nacional). Δεν υπάρχουν πειστικές αποδείξεις ότι οι αυτόχθονες πληθυσμοί Πεμόν είχαν δώσει ονόματα στα τοπικά ρεύματα, καθώς οι ιθαγενείς θεωρούσαν το Αουγιάν τεπούι επικίνδυνο μέρος και δεν το επισκέπτονταν.
Ο Λάιμε ήταν επίσης ο πρώτος που δημιούργησε ένα μονοπάτι που οδηγεί από τον ποταμό Τσουρούν στη βάση των καταρρακτών. Στο δρόμο, υπάρχει ένα σημείο το οποίο συνήθως χρησιμοποιείται για φωτογράφηση των καταρρακτών. Ονομάζεται Μιραδόρ Λάιμε προς τιμήν του. Αυτή η διαδρομή χρησιμοποιείται σήμερα κυρίως από τους τουρίστες.
Το επίσημο ύψος του καταρράκτη προσδιορίστηκε με μια έρευνα που διεξήχθη από μια αποστολή που οργανώθηκε και χρηματοδοτήθηκε από την Αμερικανίδα δημοσιογράφο Ρουθ Ρόμπερτσον στις 13 Μαΐου 1949. Η πρώτη γνωστή προσπάθεια αναρρίχησης έγινε το 1968 κατά τη διάρκεια της υγρής περιόδου. Απέτυχε λόγω της ολισθηρότητας του βράχου. Το 1969 μια δεύτερη απόπειρα έγινε κατά τη διάρκεια της περιόδου ανομβρίας. Η απόπειρα ματαιώθηκε από έλλειψη νερού και μια προεξοχή 400 μέτρα από την κορυφή. Η πρώτη ανάβαση στην κορυφή του βράχου ολοκληρώθηκε στις 13 Ιανουαρίου 1971. Οι ορειβάτες χρειάστηκαν εννέα και μισή ημέρες να ανέβουν και μία και μισή ημέρες να κατέβαινουν κάνοντας ραπέλ (καταρρίχηση με σχοινί).
Καταρράκτης Έιντζελ
Ο ψηλότερος καταρράκτης στον κόσμο.
Πρόκειται για τον ψηλότερο καταρράκτη του κόσμου που λέγεται Angel Falls ή και Salto Angel. Ο εντυπωσιακός καταρράκτης με ύψος 979 μέτρα και με ελεύθερη πτώση 807 μέτρων, βρίσκεται στην άκρη του υψιπέδου Αουγιάν-Τεπούι, στο Εθνικό Πάρκο Κανάιμα της Βενεζουέλας το οποίο και αποτελεί μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO.
Ο καταρράκτης Έιντζελ (ισπανικά: Salto Ángel, Σάλτο Άνχελ, γλώσσα Πεμόν: Κερεπακουπάι Βενά ή Παρακουπά Βενά) βρίσκεται στη Βενεζουέλα και είναι ο ψηλότερος καταρράκτης στο κόσμο με ύψος 979 μέτρα και με ελεύθερη πτώση 807 μέτρων. Ο καταρράκτης βρίσκεται στην άκρη του υψιπέδου Αουγιάν-Τεπούι, στο Εθνικό Πάρκο Κανάιμα, το οποίο αποτελεί μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO. Ο καταρράκτης πήρε το όνομά του από τον Τζίμι Έιντζελ, τον Αμερικανό αεροπόρο ο οποίος ήταν ο πρώτος που πέταξε πάνω από τους καταρράκτες.
Μερικοί ιστορικοί αναφέρουν ότι ο πρώτος Ευρωπαίος που επισκεύτηκε τον καταρράκτη ήταν ο Φερνάνδο ντε Μπέρριο, ένας Ισπανός εξερευνητής και κυβερνήτης του 16ου και 17ου αιώνα. Σύμφωνα με τις καταγραφές του Βενεζουελάνου εξερευνητή Ερνέστο Σάντσες λα Κρους, εντόπισε τους καταρράκτες το 1912, αλλά δεν δημοσιοποίησε την ανακάλυψή του. Είναι πιθανό ο Κρους να είδε τους καταρράκτες Μοντόγια στην Σιέρρα Πακαράιμα, που έχουν ύψος πάνω από 500 μέτρα. Οι καταρράκτες έγιναν γνωστοί και στον υπόλοιπο κόσμο όταν ο αμερικανός αεροπόρος Τζίμι Έιντζελ πέταξε από πάνω τους στις 16 Νοεμβρίου 1933, καθώς έψαχνε για φλέβες μεταλλευμάτων.
Επιστρέφοντας στις 9 Οκτωβρίου 1937, ο Έιντζελ προσπάθησε να προσγειώσει το Flamingo μονοπλάνο του με όνομα El Río Caroní στην κορυφή του Αουγιάν-τεπούι, αλλά το αεροπλάνο καταστράφηκε όταν οι τροχοί βυθίστηκαν στο ελώδες έδαφος. Ο Έιντζελ και οι τρεις σύντροφοί του, συμπεριλαμβανομένης της συζύγου του Μαρί, αναγκάστηκαν να κατεβούν από το τεπούι με τα πόδια. Τους πήρε 11 ημέρες για να επιστρέψουν πίσω στον πολιτισμό από την πίσω πλευρά, που έχει ήπια κλίση, αλλά τα νέα της περιπέτειάς τους εξαπλώθηκαν και οι καταρράκτες ονομάστηκαν Έιντζελ προς τιμήν του. Το όνομα του καταρράκτη - «Salto Ángel» - δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά σε ένα χάρτη της κυβέρνησης της Βενεζουέλας το Δεκέμβριο του 1939. Το αεροπλάνο του Έιντζελ παρέμεινε στην κορυφή του τεπούι για 33 χρόνια, μέχρι να απομακρυνθεί με ελικόπτερο. Αποκαταστάθηκε στο Μουσείο Αεροπορίας στο Μαρακάι και τώρα βρίσκεται στην είσοδο του αεροδρομίου της Σιουδάδ Μπολίβαρ.
Το πρώτο καταγεγραμμένο άτομο ευρωπαϊκής καταγωγής που έφτασε στη βάση του καταρράκτη ήταν ο Λετονός εξερευνητής Αλεξάντρς Λάιμε, επίσης γνωστός ως Αλεχάνδρο Λάιμε στη φυλή ιθαγενών Πεμόν. Έφτασε στους καταρράκτες μόνος το 1946. Ήταν ο πρώτος που θα φτάσει στην κορυφή τους στα τέλη του 1950, αναρριχόμενος από την πίσω πλευρά. Ο ίδιος επίσης, έφτασε το αεροπλάνο του Έιντζελ 18 χρόνια μετά την προσγείωση. Στις 18 Νοεμβρίου 1955 ανακοίνωσε στη Βενεζουελανή εφημερίδα El Nacional ότι το ρυάκι που τροφοδοτεί τους καταρράκτες, που δεν είχε κανένα γνωστό τοπικό όνομα, θα ονομαζόταν Γκάουγια, από τον ομώνυμο ποταμό της Λετονίας. Το 1955, το όνομα αυτό είχε καταχωρηθεί στο Εθνικό Χαρτογραφικό ίδρυμα της Βενεζουέλας (Dirección de Cartografía Nacional). Δεν υπάρχουν πειστικές αποδείξεις ότι οι αυτόχθονες πληθυσμοί Πεμόν είχαν δώσει ονόματα στα τοπικά ρεύματα, καθώς οι ιθαγενείς θεωρούσαν το Αουγιάν τεπούι επικίνδυνο μέρος και δεν το επισκέπτονταν.
Ο Λάιμε ήταν επίσης ο πρώτος που δημιούργησε ένα μονοπάτι που οδηγεί από τον ποταμό Τσουρούν στη βάση των καταρρακτών. Στο δρόμο, υπάρχει ένα σημείο το οποίο συνήθως χρησιμοποιείται για φωτογράφηση των καταρρακτών. Ονομάζεται Μιραδόρ Λάιμε προς τιμήν του. Αυτή η διαδρομή χρησιμοποιείται σήμερα κυρίως από τους τουρίστες.
Το επίσημο ύψος του καταρράκτη προσδιορίστηκε με μια έρευνα που διεξήχθη από μια αποστολή που οργανώθηκε και χρηματοδοτήθηκε από την Αμερικανίδα δημοσιογράφο Ρουθ Ρόμπερτσον στις 13 Μαΐου 1949. Η πρώτη γνωστή προσπάθεια αναρρίχησης έγινε το 1968 κατά τη διάρκεια της υγρής περιόδου. Απέτυχε λόγω της ολισθηρότητας του βράχου. Το 1969 μια δεύτερη απόπειρα έγινε κατά τη διάρκεια της περιόδου ανομβρίας. Η απόπειρα ματαιώθηκε από έλλειψη νερού και μια προεξοχή 400 μέτρα από την κορυφή. Η πρώτη ανάβαση στην κορυφή του βράχου ολοκληρώθηκε στις 13 Ιανουαρίου 1971. Οι ορειβάτες χρειάστηκαν εννέα και μισή ημέρες να ανέβουν και μία και μισή ημέρες να κατέβαινουν κάνοντας ραπέλ (καταρρίχηση με σχοινί).